Ιστορικά, υπήρξαν προεκλογικές εκστρατείες στις ΗΠΑ, οι οποίες επικεντρώθηκαν στη δυσαρέσκεια των Αμερικανών για τον πληθωρισμό και την ανεργία, όπως ενδεικτικά, το 1980 με τη νίκη του Ronald Reagan επί του Jimmy Carter και το 1992 με τη νίκη του Bill Clinton επί του George Bush, αναφέρει το Ενημερωτικό Δελτίο της Alpha Bank.
Το επίκεντρο των επιτυχημένων εκστρατειών των νικητών, και στις δύο περιπτώσεις, ήταν τα εύστοχα συνθήματά τους έναντι των αντιπάλων τους, τα οποία εστίασαν στον αυξανόμενο "Δείκτη Εξαθλίωσης" (Misery Index), της περιόδου που προηγήθηκε των συγκεκριμένων εκλογών. Η σύνδεση του Δείκτη Εξαθλίωσης με τον πολιτικό κύκλο, αποτελεί προϊόν έρευνας, η οποία στηρίζεται στη μελέτη της συμπεριφοράς των ψηφοφόρων ("Politics and Business Cycles in Industrial Democracies”, Alesina, A. 1989), υποθέτοντας ότι οι συντηρητικές κυβερνήσεις δίδουν μεγαλύτερη έμφαση στην καταπολέμηση του πληθωρισμού, ενώ αντίθετα οι δημοκρατικές κυβερνήσεις αποσκοπούν στον περιορισμό της ανεργίας.
Στο Γράφημα 1, απεικονίζεται ο εν λόγω δείκτης στις ΗΠΑ. Συνιστά ένα μέτρο οικονομικής ευημερίας των πολιτών και, ουσιαστικά, υπολογίζεται από το άθροισμα του ονομαστικού πληθωρισμού και του ποσοστού ανεργίας. Όμως, τα μακροοικονομικά μεγέθη, δεν αποτελούν τους μοναδικούς δείκτες για τον σχηματισμό της γνώμης, περί της κατάστασης της οικονομίας, και επομένως, δεν αποτελούν βαρόμετρο των επιλογών των ψηφοφόρων. Πράγματι, από τις 19 μεταπολεμικές προεδρικές εκλογές στις ΗΠΑ, μόνο οι 9 συνδέονται με τον Δείκτη Εξαθλίωσης υπέρ τους (Dwight Eisenhower 1956, Lyndon Johnson 1964, Ronald Reagan 1980 και 1984, George H. W. Bush 1988, Bill Clinton 1992 και 1996, George W. Bush 2004, Barack Obama 2008), σύμφωνα με άρθρο του Jackson Hole Economics ("It’s More Than the Economy Stupid!”, Ιανουάριος 2024).
Η παραπάνω διαπίστωση, αποτελεί πολύτιμο μήνυμα προς τους σχεδιαστές της εκλογικής εκστρατείας του σημερινού Προέδρου των ΗΠΑ, οι οποίοι πιθανότατα εκτιμούν, ότι τον Νοέμβριο του 2024 οι εκλογείς θα ανταμείψουν τους Δημοκρατικούς για την "ομαλή προσγείωση" της οικονομίας, παρά τον ανοδικό επιτοκιακό κύκλο για την αντιμετώπιση των πληθωριστικών πιέσεων και την πρόσφατη πτώση του Δείκτη Εξαθλίωσης. Ωστόσο, υπάρχουν και άλλα οικονομικά ζητήματα στην τρέχουσα προεκλογική εκστρατεία, τα οποία θα ληφθούν σοβαρά υπόψη από το εκλογικό σώμα.
Πρώτον, το γεγονός ότι οι νομισματικές συνθήκες παραμένουν αυστηρές. Ο πληθωρισμός μειώθηκε με μεγαλύτερη ταχύτητα το προηγούμενο έτος, σε σχέση με τα επιτόκια δανεισμού. Επομένως, σε πραγματικούς όρους, τα επιτόκια, όπως αυτά των στεγαστικών δανείων, των καταναλωτικών δανείων, των πιστωτικών καρτών, της ανακυκλούμενης πίστωσης, των φοιτητικών δανείων κ.α. είναι σήμερα υψηλότερα από οποιαδήποτε άλλη στιγμή την περασμένη δεκαετία. Το γεγονός αυτό, επηρεάζει αρνητικά το πραγματικό εισόδημα των νοικοκυριών, αλλά και ορισμένους δείκτες καθυστερήσεων στις επιμέρους κατηγορίες δανείων.
Δεύτερον, η καταναλωτική δαπάνη στις ΗΠΑ πιθανότατα θα επιβραδυνθεί, καθώς σύμφωνα με πρόσφατη μελέτη ("Have US Households Depleted All the Excess Savings They Accumulated during the Pandemic?, Federal Reserve, Νοέμβριος 2023), σχεδόν όλες οι εισοδηματικές κατηγορίες έχουν δαπανήσει τις πλεονάζουσες αποταμιεύσεις τους από την πανδημία, με εξαίρεση εκείνους που ανήκουν στο υψηλότερο εισοδηματικό κλιμάκιο.
Προφανώς, στο αποτέλεσμα των αμερικανικών εκλογών, στον παρελθόν, διαδραμάτισαν σημαντικό ρόλο και άλλοι παράγοντες όπως, η εξωτερική πολιτική, τα γεωπολιτικά γεγονότα, οι ενεργειακές κρίσεις και η πανδημία, που αύξησαν σημαντικά τον βαθμό αβεβαιότητας στην οικονομία και την κοινωνία γενικότερα. Σήμερα, σε αυτούς τους παράγοντες έρχονται να προστεθούν και λιγότερο μετρήσιμοι παράγοντες, που δεν αποτυπώνονται εύκολα στις στατιστικές, ωστόσο, είναι επίσης σημαντικοί, όπως η κλιματική αλλαγή, η ραγδαία τεχνολογική εξέλιξη και η ταχεία εξάπλωση της Τεχνητής Νοημοσύνης (AI), οι γεωπολιτικές εντάσεις και ο κοινωνικός αποκλεισμός. Ειδικότερα, η Τεχνητή Νοημοσύνη αναμένεται να διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στην εκλογική διαδικασία, μέσω της δημιουργίας ψευδών εικόνων και βίντεο ("The impact of generative AI in a global election year”, Brooking Institute, Ιανουάριος 2024), που μπορεί να επηρεάσουν το εκλογικό σώμα.
Επιπροσθέτως, οι γεωπολιτικές εξελίξεις αναμένεται να λάβουν καθοριστικό ρόλο στην εκλογική διαδικασία. Ο Πρόεδρος Biden, στο πεδίο της εξωτερικής πολιτικής επιδιώκει συμμαχίες στην Ευρώπη και την Ασία, ενώ απομακρύνεται από την Κίνα και την Ρωσία. Επιδιώκει περισσότερους φόρους για τους πλούσιους, περισσότερες θέσεις εργασίας για τη μεσαία τάξη και περισσότερες επιδοτήσεις για την κλιματική μετάβαση. Αντίθετα, ο πρώην πρόεδρος Trump θέλει να απεμπλακεί από τις αμερικανικές δεσμεύσεις για την άμυνα της Ευρώπης, να αποσυνδεθεί από την Κίνα και να περιορίσει τη μετανάστευση. Επιπλέον, θα ήθελε να μειώσει πάλι τους φόρους (ειδικά για τις εταιρείες), να αυξήσει εκ νέου τους δασμούς και να παράσχει φορολογικές ελαφρύνσεις για την παραγωγή πετρελαίου, φυσικού αερίου και άνθρακα.
Άρα, οι επόμενες εκλογές δεν θα κριθούν, αυστηρά και μόνο, από τα μακροοικονομικά μεγέθη, αλλά και από άλλους γεωπολιτικούς και κοινωνικούς παράγοντες. Το αποτέλεσμα των εκλογών δεν είναι εύκολα προβλέψιμο, ωστόσο ορισμένες μελλοντικές εξελίξεις, με βάση τις εξαγγελίες των υποψηφίων είναι πιο εύκολο να προβλεφθούν ("US election will test economic, political and institutional resilience”, OMFIF, Ιανουάριος 2024).
Πρώτον, θα υπάρξει περισσότερη αντιπαράθεση με την Κίνα, ενώ και οι εμπορικές σχέσεις με την Ευρώπη θα βρεθούν στο μικροσκόπιο. Ο πρώην πρόεδρος Trump, ήδη, έχει προτείνει την απαγόρευση ορισμένων εισαγωγών (συμπεριλαμβανομένου του χάλυβα, των ηλεκτρονικών και των φαρμακευτικών προϊόντων) εντός τεσσάρων ετών, ενώ προτείνει δασμούς 10% σε όλες τις εισαγωγές. Από την άλλη, ο Πρόεδρος Biden, διατηρεί τους εμπορικούς περιορισμούς και τις φορολογικές ελαφρύνσεις, που πιστεύει ότι θα προστατεύσουν τις αμερικανικές θέσεις εργασίας και προειδοποιεί για περισσότερες κυρώσεις αναφορικά με τις απειλές του Πεκίνου προς την Ταϊβάν.
Δεύτερον, το μεταναστευτικό και οι αυστηρότεροι έλεγχοι στα σύνορα θα συνεχίσουν να λαμβάνουν μέρος στον δημόσιο διάλογο, παρά την επίλυση της τρέχουσας συνοριακής και ανθρωπιστικής κρίσης. Τα τελευταία έτη, ο Πρόεδρος Biden προσπάθησε να κρατήσει ανοιχτή την είσοδο για πρόσφυγες από το Αφγανιστάν, την Ουκρανία και τη Βενεζουέλα, όμως η πρόθεση και των δύο υποψηφίων είναι ο έλεγχος των συνόρων, εξέλιξη που μπορεί να έχει μακροπρόθεσμες επιπτώσεις στο εργατικό δυναμικό της χώρας, αν λάβουμε υπόψη και το δημογραφικό πρόβλημα, με τα χαμηλά ποσοστά γεννήσεων.
Τρίτον, το δημόσιο χρέος αναμένεται να αυξηθεί ακόμη περισσότερο, ενώ κανένας υποψήφιος δεν έχει στο επίκεντρο των προτάσεών του, τη μεταρρύθμιση του συστήματος Κοινωνικής Ασφάλισης και Υγείας (Medicare). Είτε μειωθούν οι φόροι, όπως υπόσχεται ο Trump, είτε αυξηθούν οι δημόσιες δαπάνες σε ορισμένους τομείς που εντοπίζει ο Biden ότι χρήζουν μεγαλύτερης κρατικής στήριξης, οι ΗΠΑ θα δανειστούν περισσότερο. Αυτό, ίσως, έχει κάποια επίπτωση και στον βαθμό αποτελεσματικότητας της νομισματικής πολιτικής.
Συνοψίζοντας, η τρέχουσα αμερικανική διοίκηση πέτυχε, μεν, την "ομαλή προσγείωση", όμως δεν υπάρχουν περιθώρια εφησυχασμού. Άλλωστε, η αντεστραμμένη καμπύλη αποδόσεων των ομολόγων των ΗΠΑ τους τελευταίους δεκαοκτώ μήνες, που αποτελεί έναν δείκτη πρόβλεψης της ύφεσης, κρούει τον κώδωνα του κινδύνου.
ΗΠΑ> Σύμφωνα με την αναθεωρημένη έκθεση του ΟΟΣΑ, η οικονομία των ΗΠΑ παρουσίασε ανάπτυξη 2,5% το 2023, διαδραματίζοντας σημαντικό ρόλο στην ανοδική αναθεώρηση των προβλέψεων για την παγκόσμια οικονομία. Οι πληθωριστικές πιέσεις φαίνεται να εξασθενούν, όμως οι ιθύνοντες χάραξης της νομισματικής πολιτικής αναμένουν τα αναθεωρημένα στοιχεία για την οικονομία, πριν τη λήψη αποφάσεων. Σε πρόσφατη συνέντευξη, που ακολούθησε τη συνεδρίαση της Ομοσπονδιακής Τράπεζας των ΗΠΑ (FED), ο πρόεδρός της, κ. Jerome Powell, ανέφερε ότι θα κινηθούν προσεκτικά, όσον αφορά τις μειώσεις των επιτοκίων και πιθανότατα με πιο αργό ρυθμό σε σχέση με αυτόν που εκτιμούν οι αγορές. Προς την ίδια κατεύθυνση, αξιωματούχοι της Fed δήλωσαν ότι η περικοπή των επιτοκίων θα επέλθει από την κεντρική τράπεζα, όταν θα είναι απολύτως σίγουρη ότι ο πληθωρισμός βρίσκεται πλησίον του στόχου του 2%. Επιπλέον, ανακοινώθηκαν τα νέα στοιχεία της αγοράς εργασίας, παρουσιάζοντας αξιοσημείωτη ανθεκτικότητα. Τον Ιανουάριο, δημιουργήθηκαν 353 χιλ. νέες θέσεις εργασίας, παρουσιάζοντας αύξηση κατά 20 χιλ. θέσεων, σε σχέση με τον προηγούμενο μήνα.
ΖτΕ> Υπομονή συνέστησε το μέλος του Εκτελεστικού Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) για τις μειώσεις των επιτοκίων. Μάλιστα, ανέφερε ότι η ΕΚΤ βρίσκεται εν αναμονή, των αναθεωρημένων στοιχείων για τον πληθωρισμό και τις μισθολογικές αυξήσεις. Τέλος, επανέλαβε την άποψη ότι το τελευταίο μίλι μπορεί να είναι το πιο δύσκολο, αφού ο πληθωρισμός μπορεί να αυξηθεί, εκ νέου, στο μέλλον. Προς αυτήν την κατεύθυνση, άλλωστε, υποχώρησαν για τρίτο συνεχόμενο μήνα οι πληθωριστικές προσδοκίες για το επόμενο 12μηνο στη ΖτΕ, τον Δεκέμβριο, στο 3,2% από 3,5% τον προηγούμενο μήνα.
Διεθνής Οικονομία> Στην τελευταία συνεδρίαση της Κεντρικής Τράπεζας του Ην. Βασιλείου (BoE), αποφασίστηκε η διατήρηση του βασικού επιτοκίου στο τρέχον επίπεδο του 5,25%. Στο ανακοινωθέν, που ακολούθησε τη συνεδρίαση, διατυπώθηκε ότι η νομισματική πολιτική θα παραμείνει περιοριστική, έως ότου ο πληθωρισμός επιστρέψει στο, στόχο του 2%. Βέβαια, οι διαδοχικές αυξήσεις του βασικού επιτοκίου οδήγησαν την οικονομία σε αναιμική ανάπτυξη το 2023 (0,3%), με ύφεση το δεύτερο εξάμηνο του έτους, ενώ αναμένεται ανάπτυξη μόλις 0,9% το 2024, σύμφωνα με πρόσφατες εκτιμήσεις (NIESR). Επιπλέον, στην Κίνα, ο δείκτης τιμών καταναλωτή υποχώρησε, για τέταρτο διαδοχικό μήνα, κατά 0,8%, σε ετήσια βάση, τον Ιανουάριο, με την οικονομία να δυσκολεύεται να ανακάμψει στη μετά πανδημική περίοδο, με την αγορά ακινήτων να συνεχίζει να αποτελεί τον μεγάλο ασθενή. Τέλος, η Κεντρική Τράπεζα της Αυστραλίας (RBA) διατήρησε αμετάβλητο το βασικό επιτόκιο, στο 4,35%, στέλνοντας, ωστόσο, μήνυμα στις αγορές ότι θα καθυστερήσει η μείωση των επιτοκίων, ενώ δεν θα πρέπει να αποκλειστεί περαιτέρω αύξηση.
Σύμφωνα με τα στοιχεία του Χρηματιστηρίου του Σικάγου, οι συνολικές καθαρές τοποθετήσεις (αγορές μείον πωλήσεις), στην ισοτιμία του ευρώ με το δολάριο, διατηρήθηκαν θετικές, την εβδομάδα που έληξε στις 2 Φεβρουαρίου. Οι θετικές θέσεις (υπέρ του ευρώ, ?long”) αυξήθηκαν κατά 447 συμβόλαια, με αποτέλεσμα οι συνολικές καθαρές θέσεις να διαμορφωθούν στα 88.771 συμβόλαια, από 88.324 συμβόλαια, την προηγούμενη εβδομάδα.
Ελαφρώς ανοδικές τάσεις παρατηρούνται στη συναλλαγματική ισοτιμία του ευρώ έναντι του δολαρίου, με την ισοτιμία, στις 8 Φεβρουαρίου, να βρίσκεται στο 1,077 €/$, μετά το χαμηλό (1,0723 €/$) περίπου τριών μηνών, που σημειώθηκε στις 6 Φεβρουαρίου. Επιπλέον, ο δείκτης δολαρίου DXY, που μετρά το αμερικανικό νόμισμα, έναντι άλλων σημαντικών νομισμάτων, παρέμεινε σε επίπεδα άνω του 104 (104,07), με το δολάριο να ενισχύεται, λόγω της ανθεκτικότητας της οικονομίας των ΗΠΑ.
Σταθεροποιητικές τάσεις καταγράφονται στην ομολογιακή αγορά των ΗΠΑ, μετά την ανοδική πορεία των αποδόσεων των αμερικανικών ομολόγων, με την απόδοση του 10ετούς ομολόγου να ανέρχεται στο 4,12%, στις 8 Φεβρουαρίου, ενώ το 2ετές κινείται υψηλότερα στο 4,42%. Στη ΖτΕ, παρατηρούνται ελαφρώς ανοδικές τάσεις στις αποδόσεις των ομολόγων, με την αγορά να βρίσκεται σε στάση αναμονής. Χαρακτηριστικά, η απόδοση του 10ετούς γερμανικού ομολόγου ανήλθε στο 2,31%, στις 8 Φεβρουαρίου. Τέλος, η διαφορά απόδοσης μεταξύ του 10ετούς ομολόγου της Ελλάδας και του 10ετούς ομολόγου της Γερμανίας (spread) βρίσκεται στις 114 μ.β., ενώ του 10ετούς ιταλικού ομολόγου στις 157 μ.β.
Διαβάστε ακόμα:
ΥΠΑΑΤ: Έργα προστασίας από το χαλάζι προϋπολογισμού 6,93 εκατ. ευρώ
Μέλος του Δικτύου Γυναικών για το Κλίμα της Ευρωπαϊκής Επενδυτικής Τράπεζας η Β. Λαζαράκου
2024-02-12T11:56:09Z dg43tfdfdgfd