Γραφείο Προϋπολογισμού Βουλής: Ρεκόρ στον "πληθωρισμό απληστίας" στην Ελλάδα - Γιατί δεν αποδίδει η

Του Τάσου Δασόπουλου 

Ανάπτυξη 2,5% προβλέπει για το 2024 η έκθεση του Γραφείου Προϋπολογισμού της Βουλής για το Α' τρίμηνο, με οδηγούς τις επενδύσεις και την ιδιωτική κατανάλωση. Παράλληλα, διαπιστώνει μεγάλη επίδραση των επιχειρηματικών κερδών στην άνοδο του πληθωρισμού, χαρακτηρίζοντας λάθος τη μείωση του ΦΠΑ για την αντιμετώπιση της ανόδου των τιμών. 

Συγκεκριμένα, η επικαιροποιημένη εκτίμηση του Γραφείου για τον ετήσιο ρυθμό μεγέθυνσης της οικονομίας για το 2024 είναι 2,5%. Η εκτίμηση του Γραφείου είναι συμβατή με άλλες επικαιροποιημένες προβλέψεις που έχουν δημοσιευθεί πρόσφατα από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και την Τράπεζα της Ελλάδος, που τοποθετούν τον ετήσιο ρυθμό ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας για το 2024 μεταξύ 2,0% και 2,5%.

Το Γραφείο, όπως και στις προηγούμενες εκθέσεις, θεωρεί τις επενδύσεις σε πάγιο και ανθρώπινο κεφάλαιο ως τον βασικό πυλώνα για την ισχυρή ανάπτυξη της οικονομίας μακροχρόνια. Ταυτόχρονα, προχώρησε σε ανάλυση της σχέσης μεταξύ επενδύσεων, παραγωγικότητας και μισθών για την ελληνική οικονομία προκειμένου να αναδείξει τον κρίσιμο ρόλο των επενδύσεων στην άνοδο του βιοτικού επιπέδου και ευημερία των πολιτών. 

Όπως τονίζεται, η Ελλάδα πρέπει να καλύψει το μεγάλο επενδυτικό κενό, για το 2023 περίπου 8% του ΑΕΠ σε σχέση με τον μέσο όρο Ευρωζώνης, απότοκο της βαθιάς οικονομικής κρίσης. Οι αναταράξεις των τελευταίων ετών, η αυξημένη αβεβαιότητα και η έλλειψη χρηματοδότησης καθυστερούν τη συστηματική έκρηξη επενδύσεων.  

Στην κατεύθυνση αυτή, θεωρείται εξαιρετικά κρίσιμη η επιτάχυνση στη διάχυση των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, ώστε να καλυφθεί ένα σημαντικό μέρος του επενδυτικού κενού της χώρας. 

Υψηλός ο πληθωρισμός της απληστίας 

Στο μέτωπο του πληθωρισμού, με βάση τον Εναρμονισμένο Δείκτη Τιμών Καταναλωτή για τον Μάιο 2024, παρατηρούμε ισχυρή αποκλιμάκωση που διαμόρφωσε το μέγεθος του στο 2,4%, σημαντικά χαμηλότερα από αυτό του Απριλίου (3,2%). Σημαντική εξέλιξη αποτελεί και η υποχώρηση -για πρώτη φορά από τον Οκτώβριο του 2023- του πληθωρισμού τροφίμων στο 2,3% τον Μάιο, από 4,8% τον Απρίλιο, ο οποίος βρίσκεται πλέον κάτω από τον αντίστοιχο μέσο όρο της Ευρωζώνης (2,6%).

Η δυναμική των κερδών όμως έχει υποχωρήσει σημαντικά από το πρώτο τρίμηνο του 2023 έως το πρώτο τρίμηνο του 2024 και κατά αυτό το διάστημα το μερίδιο του μισθολογικού κόστους στον πληθωρισμό ΑΕΠ υπερέχει κατά το διπλάσιο περίπου του μεριδίου των κερδών. Η ανάλυση αυτή παρέχει ισχυρές ενδείξεις ότι οι επιχειρήσεις, είτε για λόγους μειωμένου ανταγωνισμού, είτε λόγω αυξημένης ζήτησης που προήλθε από το αυξημένο απόθεμα αποταμίευσης των νοικοκυριών και τον τουρισμό κατάφεραν να περάσουν τις αυξήσεις του εισαγόμενου κόστους στις τιμές και να ενισχύσουν σημαντικά τα κέρδη τους κυρίως κατά την έντονη φάση των πληθωριστικών πιέσεων. 

Λάθος η μείωση ΦΠΑ 

Σύμφωνα με την έκθεση, ο πληθωρισμός της απληστίας στην Ελλάδα κινείται με πενταπλάσιο ρυθμό σε σχέση με την Ευρωζώνη. Πρόσφατα έχει εισέλθει στον δημόσιο διάλογο και η προοπτική μειώσεων έμμεσων φόρων, όπως του ΦΠΑ, κυρίως σε προϊόντα ευρείας κατανάλωσης όπως τα τρόφιμα. Το Γραφείο προχώρησε σε ανασκόπηση της διεθνούς βιβλιογραφίας που εξετάζει τη διάχυση (pass through) του ΦΠΑ στις τελικές τιμές καταναλωτή. Έπειτα από ενδελεχή ανάλυση πλήθους προϊόντων σε 27 κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης αναφορικά με τις επιπτώσεις που αποφέρουν μεταβολές (αυξομειώσεις) του ΦΠΑ στις τελικές τιμές καταναλωτή, προκύπτουν τρία ενδιαφέροντα ευρήματα. Πρώτον, ένα μικρό μόνο μέρος των μειώσεων του ΦΠΑ, περίπου 6%, διαχέεται στις τελικές τιμές και μόνο βραχυχρόνια. Αντιθέτως, οι αυξήσεις ΦΠΑ διαχέονται στις τελικές τιμές κατά 34% περίπου. Επιπλέον, η επαναφορά των συντελεστών ΦΠΑ οδηγεί σε δυσανάλογες αυξήσεις τιμών γεγονός που αποβαίνει σε βάρος του καταναλωτή.

Δεύτερον, μετά από ένα χρονικό διάστημα 10 μηνών που ακολουθεί τη μείωση του ΦΠΑ, οι τιμές καταναλωτή επανέρχονται στα επίπεδα που βρίσκονταν πριν τη μείωση του. Τρίτον, οι μειώσεις του ΦΠΑ φαίνεται να οδηγούν σε αύξηση των περιθωρίων κέρδους των επιχειρήσεων σε βάρος των καταναλωτών.

Οι προκλήσεις 

Ωστόσο, το ευμετάβλητο εξωτερικό περιβάλλον, και ιδιαίτερα οι πρόσφατες πολιτικές εξελίξεις στη Γαλλία, αυξάνουν τις αβεβαιότητες για την ελληνική οικονομία. Παράλληλα, οι μακροπρόθεσμες προκλήσεις παραμένουν. Η ελληνική οικονομία έχει να καλύψει ένα μεγάλο επενδυτικό κενό ενώ καλείται να διαχειρισθεί και τις μελλοντικές συνέπειες στο περιβάλλον και τον παραγωγικό ιστό από την κλιματική αλλαγή. Για τον λόγο αυτό απαιτείται η υλοποίηση των μεταρρυθμίσεων και η αποτελεσματική αξιοποίηση των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας για την επιτάχυνση των επενδύσεων και την τόνωση του ρυθμού ανάπτυξης τόσο βραχυχρόνια όσο και, κυριότερο, μακροχρόνια. Όσον αφορά το δημοσιονομικό πεδίο, παρόλο που η θετική επίδραση του υψηλού πληθωρισμού στα δημόσια έσοδα αναμένεται να εκλείψει, το Γραφείο θεωρεί ότι ο στόχος για πρωτογενές αποτέλεσμα 2024 ύψους 2,1% του ΑΕΠ είναι εφικτός υπό την προϋπόθεση της αποφυγής έκτακτων δημοσιονομικών παρεμβάσεων και της απαρέγκλιτης τήρησης των στόχων του προϋπολογισμού.

Διαβάστε ακόμα:

ΤτΕ: Αυξήθηκαν κατά 303 εκατ. οι καταθέσεις του ιδιωτικού τομέα - Οριακή αύξηση της χρηματοδότησης προς τον ιδιωτικό

Μείωση 16,9% στις οδικές εμπορευματικές μεταφορές το δ' τρίμηνο

2024-06-27T11:49:28Z dg43tfdfdgfd